Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διαλύω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δι|αλύω <-έλυσα, -αλύθηκα, -αλυμένος> [ðiaˈliɔ] VERB μεταβ

1. διαλύω (ζάχαρη, συγκέντρωση, αρραβώνα κτλ):

διαλύω

2. διαλύω (μηχάνημα):

διαλύω

Παραδειγματικές φράσεις με διαλύω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский