Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αυνανισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αυνανισμός [avnanizˈmɔs] SUBST αρσ

αυνανισμός
αυνανισμός
Masturbation θηλ
αυνανισμός
Onanie θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский