Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ατόνιστος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ατόνιστ|ος <-η, -ο> [aˈtɔnistɔs] ΕΠΊΘ (συλλαβή)

ατόνιστος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский