Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ατζαμής , ατζαμοσύνη , τζαμί , ατζογουάν και ατζαμήδικος

ατζαμής (ατζαμού) [adzaˈmis, adzaˈmu] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. ατζαμής (αρχάριος):

ατζαμής (ατζαμού)
Anfänger(in) αρσ (θηλ)

2. ατζαμής (αδέξιος στην τέχνη του):

ατζαμής (ατζαμού)
Stümper(in) αρσ (θηλ)

ατζαμοσύνη [adzamɔˈsini] SUBST θηλ

τζαμί [dzaˈmi] SUBST ουδ

ατζογουάν [adzɔɣuˈan] SUBST ουδ αμετάβλ

ατζαμήδικ|ος <-η, -ο> [adzaˈmiðikɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский