Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ατζαμής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ατζαμής (ατζαμού) [adzaˈmis, adzaˈmu] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. ατζαμής (αρχάριος):

ατζαμής (ατζαμού)
Anfänger(in) αρσ (θηλ)

2. ατζαμής (αδέξιος στην τέχνη του):

ατζαμής (ατζαμού)
Stümper(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский