Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ατζαμοσύνη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ατζαμοσύνη [adzamɔˈsini] SUBST θηλ

ατζαμοσύνη

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский