Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αραξοβόλι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αραξοβόλι [araksɔˈvɔli] SUBST ουδ

1. αραξοβόλι ΝΑΥΣ:

αραξοβόλι
Ankerplatz αρσ

2. αραξοβόλι μτφ:

αραξοβόλι
Zuflucht θηλ
βρίσκω κάπου αραξοβόλι

Παραδειγματικές φράσεις με αραξοβόλι

βρίσκω κάπου αραξοβόλι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский