Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απρόσβλητος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απρόσβλητ|ος <-η, -ο> [aˈprɔzvlitɔs] ΕΠΊΘ

1. απρόσβλητος ΙΑΤΡ:

απρόσβλητος από αρρώστια

2. απρόσβλητος (επιχείρημα, κάστρο):

απρόσβλητος

Παραδειγματικές φράσεις με απρόσβλητος

απρόσβλητος από αρρώστια

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский