Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απρόσεκτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απρόσεχτ|ος [aˈprɔsɛxtɔs], απρόσεκτ|ος [aˈprɔsɛktɔs] <-η, -ο> ΕΠΊΘ

1. απρόσεχτος (που δεν προσέχει):

2. απρόσεχτος (αφηρημένος):

3. απρόσεχτος (απερίσκεπτος):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский