Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απρόσιτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απρόσιτ|ος <-η, -ο> [aˈprɔsitɔs] ΕΠΊΘ

1. απρόσιτος:

απρόσιτος

2. απρόσιτος (εμπορεύματα):

απρόσιτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский