Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απροσάρμοστος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απροσάρμοστ|ος <-η, -ο> [aprɔˈsarmɔstɔs] ΕΠΊΘ

απροσάρμοστος σε
nicht angepasst an +αιτ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский