Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απραξία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απραξία [apraˈksia] SUBST θηλ

1. απραξία:

απραξία
Untätigkeit θηλ

2. απραξία ΕΜΠΌΡ:

απραξία
Flaute θηλ
Börsenflaute θηλ

3. απραξία ΙΑΤΡ:

απραξία
Apraxie θηλ
ιδεακή απραξία
ιδεοκινητική απραξία

Παραδειγματικές φράσεις με απραξία

ιδεοκινητική απραξία ΙΑΤΡ
ιδεακή απραξία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский