Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποκλήρωση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αποκλήρωσ|η <-εις> [apɔˈklirɔsi] SUBST θηλ

αποκλήρωση
Enterbung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский