Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: αντεγγύηση , αντενέργεια , αντενάγων και αντενδείκνυμαι

αντενάγων (αντενάγουσα) [andɛˈnaɣɔn, andɛˈnaɣusa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

αντενάγων (αντενάγουσα)
Gegenkläger(in) αρσ (θηλ)

αντενέργεια [andɛˈnɛrjia] SUBST θηλ

1. αντενέργεια (αντίδραση):

Reaktion θηλ

2. αντενέργεια (αντίθετη επίδραση):

Gegenwirkung θηλ

αντεγγύησ|η <-εις> [andɛɲˈɟiisi] SUBST θηλ ΝΟΜ

αντενδείκνυμαι [andɛnˈðiknimɛ] VERB αυτοπ ρήμα nur präs 3. πρόσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский