Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανοσολογική“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανοσολογική ανεπάρκεια
ανοσολογική επάρκεια
ανοσολογική παράλυση
Immunparalyse θηλ
ανοσολογική ανεκτικότητα
Immuntoleranz θηλ
ανοσολογική δυσανεξία
ανοσολογική ανεπάρκεια
ανοσολογική επάρκεια
ανοσολογική ανεκτικότητα
Immuntoleranz θηλ
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „ανοσολογική“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

ανοσολογική ανεκτικότητα θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский