Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανοσοποιητικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανοσοποιητικ|ός <-ή, -ό> [anɔsɔpiitiˈkɔs] ΕΠΊΘ

ανοσοποιητικός
Immun-
Immunsystem ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский