Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανεβοκατεβαίνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανεβοκατεβ|αίνω <-ηκα> [anɛvɔkatɛˈvɛnɔ] VERB αμετάβ

1. ανεβοκατεβαίνω:

ανεβοκατεβαίνω

2. ανεβοκατεβαίνω (διακυμαίνομαι):

ανεβοκατεβαίνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский