Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναμονή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναμονή [anamɔˈni] SUBST θηλ

1. αναμονή (το να περιμένεις):

αναμονή
Warten ουδ
Warteliste θηλ
Wartezeit θηλ

2. αναμονή (προσδοκία):

αναμονή
Erwartung θηλ
σε/εν αναμονή
in Erwartung +γεν

Παραδειγματικές φράσεις με αναμονή

σε/εν αναμονή
in Erwartung +γεν

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский