Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναμασώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναμασ|ώ <-άς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [anamaˈsɔ] VERB μεταβ και μτφ

αναμασώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский