Ελληνικά » Γερμανικά

αμέταλλ|ος <-η, -ο> [aˈmɛtalɔs] ΕΠΊΘ ΧΗΜ

αμέταλλος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский