Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ακολασία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ακολασία [akɔlaˈsia] SUBST θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με ακολασία

ζω μέσα στην ακολασία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский