Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άντληση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άντλησ|η <-εις> [ˈandlisi] SUBST θηλ

1. άντληση (με αντλία):

άντληση
Heraufpumpen ουδ
άντληση πετρελαίου

2. άντληση μτφ (προσκόμιση):

άντληση
Beschaffung θηλ

3. άντληση φυς:

οπτική άντληση
optisches Pumpen ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με άντληση

άντληση πετρελαίου
οπτική άντληση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский