Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αντιψυκτικό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αντιψυκτικό [andipsiktiˈkɔ] SUBST ουδ

αντιψυκτικό

Παραδειγματικές φράσεις με αντιψυκτικό

αντιψυκτικό υγρό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский