Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Βόσνιος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Βόσνι|ος (-α) [ˈvɔzni|ɔs, -a] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Βόσνιος (-α)
Bosnier(in) αρσ (θηλ)
ένας Βόσνιος ποιητής

Παραδειγματικές φράσεις με Βόσνιος

ένας Βόσνιος ποιητής

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский