Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Geldkrise , tendenziös , tendieren και tendenziell

Geldkrise <-, -n> SUBST θηλ

Geldkrise ΧΡΗΜΑΤΟΠ, ΟΙΚΟΝ

tendenziös [tɛndɛnˈtsjøːs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский