Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: schmuck , schick , Schmuck και Schluck

schmuck ΕΠΊΘ

1. schmuck (hübsch):

2. schmuck (geschmückt):

Schluck <-(e)s, -e [o. Schlücke] > [ʃlʊk] SUBST αρσ

Schmuck <-(e)s> [ʃmʊk] SUBST αρσ ενικ

1. Schmuck (Juwelen):

2. Schmuck (Verzierung):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский