Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Barrendite , aufrecht , duftend και duften

Barrendite <-, -n> SUBST θηλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ

duftend ΕΠΊΘ

aufrecht [ˈaʊfrɛçt] ΕΠΊΘ

1. aufrecht (senkrecht):

2. aufrecht (ehrlich):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский