Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: unterstellen , bewerkstelligen και intelligent

II . unter|stellen VERB αυτοπ ρήμα

unterstellen sich unterstellen (vor Regen):

intelligent [ɪntɛliˈgɛnt] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский