Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Mütchen“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Mütchen [ˈmyːtçən] SUBST ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με Mütchen

sein Mütchen an jdm kühlen

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Er beginnt damit, wie er sein „Mütchen gekühlet“ hat.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"Mütchen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский