Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: doll , dolos , Dolus και Dollar

dolos [doˈloːs] ΕΠΊΘ ΝΟΜ

I . doll [dɔl] ΕΠΊΘ οικ (unglaublich)

II . doll [dɔl] ΕΠΊΡΡ οικ (sehr)

Dollar <-s, -s> [ˈdɔlaːɐ] SUBST αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский