Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Telefonie , telefonieren , telefonisch και Telefonist

Telefonie <-; χωρίς πλ > [telefoˈniː] ΟΥΣ θηλ ΤΗΛ

II . telefonisch [teleˈfoːnɪʃ] ΕΠΊΡΡ

Telefonist(in) <-en, -en> [telefoˈnɪst] ΟΥΣ αρσ(θηλ)

standardiste αρσ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina