Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: okay , bon , Body και Boy

Boy <-s, -s> [bɔɪ] ΟΥΣ αρσ

1. Boy ΤΟΥΡΙΣΜ:

Boy
groom αρσ
Boy
chasseur αρσ
liftier αρσ

2. Boy αργκ (junger Kerl):

Boy
mec αρσ οικ

Body <-s, -s> [ˈbɔdi] ΟΥΣ αρσ

body αρσ

I . okay [oˈkeː, oˈkeɪ] οικ ΕΠΙΦΏΝ

O.K. οικ

II . okay [oˈkeː, oˈkeɪ] οικ ΕΠΊΘ

O.K. οικ
être O.K. οικ
bon pour accord (confirmation d'un document) ΟΙΚΟΝ γραφειοκρ οικ συντ λέξ
mit dem Inhalt einverstanden γραφειοκρ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina