Γερμανικά » Γαλλικά

Zweijährige(r) ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ

garçon αρσ /fille θηλ de deux ans

zweijährig [ˈtsvaɪjɛːrɪç] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Zweijährige Zweijähriger" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina