Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: einstudieren , Teilzeitstelle , Studierende Studierender και Langzeitstudie

Teilzeitstelle ΟΥΣ θηλ

Studierende(r) ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ τυπικ

étudiant(e) αρσ (θηλ) τυπικ

Langzeitstudie ΟΥΣ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina