Γερμανικά » Γαλλικά

Date <-[s], -s> [deːt] ΟΥΣ ουδ οικ

Sex <-[es]; χωρίς πλ> [sɛks] ΟΥΣ αρσ οικ

2. Sex (sexuelle Anziehungskraft):

Sex
sex-appeal αρσ απαρχ

Blind Date <- -[s], - -s> [ˈblaɪnt ˈdeːt] ΟΥΣ ουδ

Safer Sex <-es; χωρίς πλ> [ˈseɪfɐˈsɛks] ΟΥΣ αρσ

Sex-Appeal <-s; χωρίς πλ> [-ʔəpiːl] ΟΥΣ αρσ

sexappeal (sex-appeal) αρσ απαρχ

Sexskandal, Sex-Skandal <-s, -e> ΟΥΣ αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina