Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „rüsten“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

II . rüs·ten [ˈrʏstn̩] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα τυπικ

III . rüs·ten [ˈrʏstn̩] ΡΉΜΑ μεταβ CH (vorbereiten)

etw rüsten
to get together sth χωριζ

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

für den Krieg rüsten
sich αιτ zu etw δοτ rüsten

Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"rüsten" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文