Γαλλικά » Γερμανικά

socialisant(e) [sɔsjalizɑ͂, ɑ͂t] ΕΠΊΘ

socialiser [sɔsjalize] ΡΉΜΑ μεταβ

2. socialiser ΨΥΧ:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "socialisant" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina