Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „s'éventer“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

I . éventer [evɑ͂te] ΡΉΜΑ μεταβ

1. éventer:

jdm [Luft zu]fächeln τυπικ

II . éventer [evɑ͂te] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα s'éventer

1. éventer personne:

s'éventer
sich δοτ [Luft zu]fächeln τυπικ

2. éventer:

s'éventer
s'éventer
s'éventer

Παραδειγματικές φράσεις με s'éventer

jdm [Luft zu]fächeln τυπικ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Mais à partir de 1855, le secret commence à s'éventer.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina