Γαλλικά » Γερμανικά

renfrogné(e) [ʀɑ͂fʀɔɲe] ΕΠΊΘ

renfrogner [ʀɑ͂fʀɔɲe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Παραδειγματικές φράσεις με renfrognée

avoir une mine renfrognée

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina