Γαλλικά » Γερμανικά

I . moulu(e) [muly] ΡΉΜΑ

moulu part passé de moudre

II . moulu(e) [muly] ΕΠΊΘ

2. moulu οικ (fourbu):

Βλέπε και: moudre

moudre [mudʀ] ΡΉΜΑ μεταβ

moudre [mudʀ] ΡΉΜΑ μεταβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina