Γαλλικά » Γερμανικά

implorant(e) [ɛ͂plɔʀɑ͂, ɑ͂t] ΕΠΊΘ λογοτεχνικό

implorant(e)
implorant(e)
flehentlich τυπικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "implorant" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina