Γαλλικά » Γερμανικά

I . immigré(e) [imigʀe] ΕΠΊΘ

II . immigré(e) [imigʀe] ΟΥΣ αρσ(θηλ)

immigré αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με immigrée

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "immigrée" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina