Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: fiduciaire , figariste , diariste και fiduciairement

II . fiduciaire [fidysjɛʀ] ΝΟΜ, ΟΙΚΟΝ ΟΥΣ αρσ

Treuhänder(in) αρσ (θηλ)

diariste [djaʀist] ΟΥΣ αρσ θηλ

Tagebuchschreiber(in) αρσ (θηλ)

fiduciairement [fidysjɛʀmɑ͂] ΕΠΊΡΡ ΝΟΜ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina