Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: accréditif , accréditer , partitif , factitif , apéritif και accréditation

I . accréditer [akʀedite] ΡΉΜΑ μεταβ

apéritif [apeʀitif] ΟΥΣ αρσ

factitif (-ive) [faktitif, -iv] ΕΠΊΘ ΓΛΩΣΣ

partitif (-ive) [paʀtitif, -iv] ΕΠΊΘ

accréditation [akʀeditasjɔ͂] ΟΥΣ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina