Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: opérationnel , opération , opératoire και opération-escargot

opérationnel(le) [ɔpeʀasjɔnɛl] ΕΠΊΘ

2. opérationnel ΣΤΡΑΤ:

opératoire [ɔpeʀatwaʀ] ΕΠΊΘ ΙΑΤΡ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina