adjectivé στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για adjectivé στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

I.adject|if (adjective) [adʒɛktif, iv] ΕΠΊΘ

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για adjectivé στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

adjectivé στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για adjectivé στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για adjectivé στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

adjectivé Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αμερικανικά Αγγλικά

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Un nom de couleur primitif adjectivé avec -é ou -âtre peut s'appliquer à un nom de couleur pour en indiquer une nuance.
fr.wikipedia.org
Villa = domaine rural, et perdita, participe passé adjectivé du verbe perdre = perdue, d'abord personne menacée dans sa vie physique, et au sens figuré, chemin, lieu situé à l'écart.
fr.wikipedia.org
Le participe passé s'emploie adjectivé.
fr.wikipedia.org
Ce même mot vient du latin pavens (participe adjectivé de pavere qui signifie « être frappé d'épouvante »).
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "adjectivé" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski