Αγγλικά » Σλοβενικά

I . shove [ʃʌv] ΟΥΣ

II . shove [ʃʌv] ΡΉΜΑ μεταβ

2. shove (place):

shove it [up your arse]! πολύ οικ! αργκ

III . shove [ʃʌv] ΡΉΜΑ αμετάβ

1. shove (push):

riniti se [στιγμ preriniti se]

2. shove οικ (move aside):

shove off ΡΉΜΑ αμετάβ

1. shove (go away):

shove πολύ οικ! αργκ
shove πολύ οικ! αργκ

2. shove ΝΑΥΣ (push away):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "shoved" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina