I.executive [βρετ ɪɡˈzɛkjʊtɪv, ɛɡˈzɛkjʊtɪv, αμερικ ɪɡˈzɛkjədɪv] ΕΠΊΘ
1. executive (administrative):
2. executive (luxury):
II.executive [βρετ ɪɡˈzɛkjʊtɪv, ɛɡˈzɛkjʊtɪv, αμερικ ɪɡˈzɛkjədɪv] ΟΥΣ
1. executive ΕΜΠΌΡ:
- dirigente αρσ θηλ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.