I.dip <μετ ενεστ dipping; παρελθ, μετ παρακειμ dipped> [αμερικ dɪp, βρετ dɪp] ΡΉΜΑ μεταβ
1. dip:
3.1. dip (lower):
3.2. dip βρετ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ:
II.dip <μετ ενεστ dipping; παρελθ, μετ παρακειμ dipped> [αμερικ dɪp, βρετ dɪp] ΡΉΜΑ αμετάβ
1.2. dip (move downward):
- picarse Μεξ