compulsory στο Oxford Spanish Dictionary

Μεταφράσεις για compulsory στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για compulsory στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
compulsory retirement
compulsory
compulsory
compulsory purchase
compulsory
attendance is obligatory o compulsory
to acquireby compulsory purchase

compulsory στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για compulsory στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για compulsory στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
compulsory
compulsory purchase
compulsory topic
compulsory sale
compulsory subject
not compulsory
compulsory education
universally compulsory
education is compulsory

compulsory Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

compulsory purchase βρετ
compulsory purchase
compulsory by law
Αμερικανικά Αγγλικά

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
Half of the points earned by each gymnast during both the compulsory and optional rounds carried over to the final.
en.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | 中文